ΛΥΚΙΣΚΟΣ
Λυκίσκος ή ζυθοβότανο ή αγριόκλιμα.
Επιστημονική ονομασία λυκίσκου Humulus Lupulus Hopfen γερ. Hops αγγλικό.
Η ονομασία αυτή προήλθε από τον Πλίνιο τον Πρεσβήτερο (23μ.Χ. – 79μ.Χ.) και αναφέρει στο κλασσικό έργο του «ΦΥΣΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ» τα εξής :
Το φυτό το οποίο είναι πολυετές διάρκεια ζωής έως 20 έτη και αναρριχόμενο έχει την ιδιότητα να περιστέκεται γύρω από τις γειτονικές του ιτιές και έτσι χαρακτήρησε αυτό «ΛΥΚΟ ΤΗΣ ΙΤΙΑΣ». Από την ονομασία αυτή προήλθε το λατινικό όνομα «Lupulus».
Ανήκει στην οικογένεια των ΚΝΙΔΩΔΩΝ απαντάνται στην Ελλάδα αυτοφυές στην Μακεδονία. Καλλιεργείται συστηματικά στη Γερμανία – ΗΠΑ – Κίνα – Τσεχία (βλέπε εικόνες 1 και 2).
Εικόνα 1
Σπόροι Ιαπωνικού Λυκίσκου
Ο λυκίσκος είναι δίοικο φυτό σε φυτό που έχει μόνο θηλυκά όπως και φυτά μόνο με αρσενικά άνθη.
Πολλαπασιάζεται με ριζώματα και σπόρους.
Εικόνα 2
Λυκίσκος σε ανθοφορία
Η χρήση του λυκίσκου στην παρασκευή της μπύρας ήταν γνωστή από τα Ρωμαϊκά χρόνια και η εξάπλωσή του εμποδίστηκε στην Αγγλία κυρίως τον 17ο αιώνα, διότι οι άγγλοι με τις γνωστές μονομανίες τους πίστευαν ότι η χρήση του προκαλεί επιβάρυνση της μελαγχολικής διάθεσης δηλαδή η παρουσία του λυκίσκου στην μπύρα προκαλούσε = «ΚΑΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ».
Κατά την διάρκεια μάλιστα της Βασιλείας του Ερρίκου του 8ου συζητήθηκε στο Αγγλικό Κοινοβούλιο ο χαρακτηρισμός του λυκίσκου σαν «ζιζάνιου», αχρεία προσθήκη η οποία κατέστρεφε την γεύση της μπύρας και έβαζε σε κίνδυνο την υγεία των καταναλωτών.
Πριν χρησιμοποιηθεί ο λυκίσκος για την παρασκευή της μπύρας, χρησιμοποιούσαν οι ζυθοποιοί, φυτά όπως χρυσάνθεμο – κισσό κ.α.
Ανάλογα με την προέλευση του ο λυκίσκος (Γερμανία, Τσεχία) διαφέρει στην οξύτητα και το άρωμά του. Ποσοστό 98% παραγωγής λυκίσκου χρησιμοποιώνται σαν βασικό συστατικό ζυθοποιḯας.
Η διατήρηση του λυκίσκου γίνεται σε κλειστά βάζα από γυαλί τα οποία διατηρούνται μέσα στο ψυγείο.
Ο λυκίσκος που χρησιμοποιείται για την παρασκευή της μπύρας προέρχεται από καλλιέργειες θηλυκών φυτών λυκίσκου στην μη γονιμοποιημένη μορφή τους.
Οι ποικιλίες του λυκίσκου ξεχωρίζουν σε 2 ομάδες :
1. ΑΡΩΜΑΤΙΚΗ ποικιλία : (aroma) μεγαλύτερο ποσοστό αρωματικών ουσιών, λιγότερο πικραντικών ουσιών.
2. ΠΙΚΡΗ ποικιλία (alfa) : οξέα, άρωμα.
Η παραγωγή ξηρών ανθέων λυκίσκου ανέρχεται σε 100.000 τόνους ετησίως με τόπους παραγωγής Γερμανία – ΗΠΑ – Κίνα – Τσεχία.
Χρήση 1200 γραμμαρίων άνθεων θηλυκού γένους λυκίσκου γίνονται για την παρασκευή 1000 λίτρων ζύθου (0,12%).
Η προσθήκη του λυκίσκου στην παρασκευή της μπύρας εξισορροπεί την γλυκύτητα της βύνης, απομακρύνει τις πρωτεḯνες από το ζυθόγλευκο, συντείνει στη διαύγαση της μπύρας, αυξάνει τον χρόνο διατήρησης της, συντείνει στο σχηματισμό αφρού.
Ο λυκίσκος όμως έγινε γνωστό και για τις φαρμακευτικές του ιδιότητες στις αρχές του 19ου αιώνα.
Διαθέτει, σπασμολυτική, αναλγητική, ηρεμιστική, καταπραϋντική δράση.
Η σπασμολυτική του δράση συναγωνίζεται εκείνη της ασπιρίνης.
Οι ομοιοπαθητικοί γιατροί συστήνουν το βάμμα των φρέσκων κώνων του φυτού σαν ναρκωτικό, διουρητικό, αφροδισιακό.
Η χορήγηση του λυκίσκου είναι πολύ διαδεδομένη με μορφή σιροπιού, χαπιών, οινοπνευματικού εκχυλίσματος λουπηλίνης.
Η χορήγηση λυκίσκος απαγορεύεται σε άτομα με κατάθλιψη.
Χαρακτηριστικά στις παλαιότερες εποχές άνθη λυκίσκου τα χρησιμοποιούσαν σαν θεραπευτικό βότανο για την αϋπνία και νευρικότητα είτε σαν αφέψημα, είτε κατά τον ύπνο διαποζίζοντας το προσκεφάλι με λυκίσκο.
*Λουπουλινη και λουμουλίνη : Έλαιο + πικρές ουσίες διαθέτουν αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες.
Επίσης το φυτό περιέχει ουσίες με ιδιότητες οιστρογονικές. Θεωρητικά λοιπόν η υπέρμετρη κατανάλωση μπύρας μπορεί να προκαλέσει ελάττωση της libido.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι γυναίκες που μάζευαν λυκίσκο (Μέσα καλοκαιριού – Φθινόπωρο) εμφάνισαν διαταραχές εμμηνορρυσίας!!!! (απορρόφηση από τη δερματική επιφάνεια των χεριών πτητικών ελαίων, συστατικό του φυτού).
Η Ελλάδα με την γεωγραφική της θέση (35ο – 41ο βόρειο Γεωγραφικό πλάτος) προσφέρεται άριστα για την καλλιέργεια του λυκίσκου αρχή του 1973 σε αυτοφυείς αρδευόμενες καλλιέργειες, με προοπτική σημαντικού κέρδους ειδικά στην περίοδο κρίσης που διάγομε.
Γενικά η καλλιέργεια του λυκίσκου στην Ελλάδα εμφανίζει πλεονεκτήματα, όπως :
1. Είναι αυτοφυής.
2. Υπάρχει μεγάλη ενδοκλιματική προσαρμοστικότητα.
3. Περιέχει υψηλό ποσοστό ευρήματος και άλφα – οξέων.
4. Εμφανίζει αντοχή σε ασθένειες και έντομα.
Dr. ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΛΙΑΚΜΑΝΗΣ
Ref. : - Εγκυκλοπ. Βοτάνων
Βικιπαίδεια