Γενικά Θέματα

ΛΟΙΜΩΞΗ HIV (AIDS) ΕΠΙΚΤΗΤΗ ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ

Το AIDS αποτελεί τα τελευταία χρόνια παγκόσμια απειλή και έχει παγκόσμια εξάπλωση. Η νόσος προκαλείται από όμοιους ρετροϊους (HIV1 – HIV2), οι οποίοι καταστρέφουν τα βοηθητικά κύτταρα (CD4) (κύτταρα του ανοσολογικού συστήματος του οργανισμού) μειώνοντας την κυτταρική ανοσία, αυξάνοντας έτσι το κίνδυνο για εμφάνιση λοιμώξεων (φυματίωση, έρπητα ζωστήρα, σαλμονελλώσεις) και δημιουργία νεοπλασμάτων (σάρκωμα kapasi).

Η εμφάνιση και επιδείνωση των λοιμώξεων αλλά και η εξέλιξη του AIDS εξαρτάται από τον αριθμό και την ποιοτική ανωμαλία των βοηθητικών CD4 κυττάρων.

Ο τρόπος μετάδοσης της νόσου είναι όμοιος με εκείνον της ηπατίτιδας Β, ειδικότερα στο σεξουαλικό τομέα και στην χρήση ενέσεων.

Το AIDS μεταδίδεται από σωματικά υγρά (αίμα, προϊόντα αίματος, σπέρμα, κολπικές εκκρίσεις, γάλα μητέρας που έχει AIDS).

Δεν μεταδίδεται από σταγονίδια βήχα, τσιμπήματα κουνουπιών, τυχαία και μοναδική σεξουαλική επαφή (η αλλαγή ερωτικών συντρόφων αυξάνει τον κίνδυνο προσβολής από AIDS), νερό κολυμβητικών δεξαμενών (πισίνες).

Μεγάλη σημασία για την μετάδοση της νόσου, έχει η ύπαρξη ανοικτής πύλης εισόδου στο σώμα (εκτεταμένα εγκαύματα, πληγές).

ΠΑΘΟΓΕΝΕΙΑ AIDS

Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του HIV είναι η ύπαρξη στην δομή του, του ενζύμου αντίστροφη τρανσκριπτάση (reverse transcriptase) που αναδιπλώνεται μέσα στα κύτταρα του ξενιστή και δημιουργεί “ομοιώματα” DNA που εντάσσονται, προσαρτώνται όπως τα φυσιολογικά DNA στο αναπαραγόμενο τμήμα του κυττάρου προκαλώντας τελικά την καταστροφή του.

Ο άλλος ρετροϊός HILV-I (human T cell lymphotrophic / leukemia virus) ιός που στρέφεται κατά των T-κυττάρων (Τ-κύτταρα: κύτταρα του ανοσολογικού συστήματος που συνεργάζονται φυσιολογικά με τα Β κύτταρα προς παραγωγή αντισωμάτων), συνοδεύεται από δημιουργία λεμφωμάτων.

Σύγχρονα με την ανακάλυψη του κλασικού ιού HIV-1 ανακαλύφτηκε και ο HIV-2 (ομάδα ιών κυρίως στη Δυτική Αφρική), HIV-2 έχει την ίδια γενετική οργάνωση με τον HIV-1 με ορισμένες διαφορές στο περίβλημά του. Προκαλεί νόσο όμοια με AIDS που χαρακτηρίζεται από βραδύτερη εξέλιξη.

ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΝΟΣΟΥ

Οι γνώσεις μας έχουν αλλάξει από το έτος 1981, σημαντική ημερομηνία, όπου διαγνώστηκε ειδική πνευμονία από το όχι συχνό μικρόβιο Pneumocystiscarinii σε 5 υγιείς προηγουμένως άνδρες ομοφυλόφιλους και με Kaposi σάρκωμα : (πολυκεντρικός αγγειακός όγκος). Συνοδεύει τη λοίμωξη από AIDS. Εμφανίζεται επίσης σε άτομα που έχουν κάνει μεταμόσχευση οργάνων.

Το 1981 υπήρχε η άποψη ότι το AIDS εμφανίζεται σε ομοφυλοφιλικούς πληθυσμούς. Σήμερα οι απόψεις έχουν μεταβληθεί. Έτσι η νόσος μεταδίδεται και με ετεροφυλοφιλικές σεξουαλικές επαφές (άνδρας προς γυναίκα – γυναίκα προς άνδρα λιγότερο συχνά).

Επίσης, η συχνή προσωπική επαφή, περιποίηση ασθενούς με AIDS (καθαριότητα, περιποίηση σώματος) όπως και ο συγχρωτισμός με νοσούντα από AIDS άτομα ≥ 3 μήνες και χρήση μαγειρικών σκευών (ποτηριών – πιάτων) που ανήκουν σε αρρώστους με AIDS πάνω από 22 μήνες έχουν πιθανότητες μόλυνσης, μετάδοσης της νόσου.

Μετάδοση AIDS από τυχαίο “τσίμπημα βελόνας” π.χ. λήψη αίματος, μπορεί να γίνει, αλλά είναι λιγότερο συχνή και λιγότερο πιθανή από την μετάδοση με τον ίδιο τρόπο της ηπατ. Β (στατιστικό ποσοστό 1:300).

Βέβαια η μόλυνση εξαρτάται και από άλλους παράγοντες όπως :

  • το βάθος της βελόνας στο δέρμα του υγιούς ατόμου

  • ορατή ύπαρξη αίματος στη βελόνα

  • διάμετρο βελόνας (ευθέως ανάλογο)

  • στάδιο νόσου του πάσχοντος

Η τυχαία αναπήδηση αίματος από ανοιχτή πληγή ή βλεννογόνο, πρακτικά δεν περιέχει κίνδυνο μολύνσεως.

Το AIDS δεν μεταδίδεται από σταγονίδια βήχα – τσιμπήματα κουνουπιών – τυχαία μοναδική σεξουαλική επαφή – νερό κολυμβητικών δεξαμενών (πισίνες).

ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ AIDS

Συμπτώματα οξεία λοίμωξης εμφανίζονται 2-6 εβδομάδες μετά την προσβολή από το ιό και είναι :

  • Συνήθως μετρίου βαθμού με συμπτώματα φαρυγγίτιδας, εξανθήματος σπληνομεγαλίας, διόγκωσης λεμφαδένων. Ηπατίτιδας και άσηπτη μηνιγγίτιδα μπορεί να εμφανιστούν.

  • Το αντιγόνο p24 και η αντίδραση αλυσωτής πολυμεράσης (polymerase chain reaction) μπορεί να είναι θετικές. Οι ειδικές εξετάσεις για HIV λοίμωξη γίνονται θετικές μετά 1 μήνα.

  • Η ποσοτική αρίθμηση, αναλογία των CD4 κυττάρων εμφανίζει πτώση περίπου 75/mm3 κάθε χρόνο αλλά δεν είναι σταθερό εύρημα.

  • 5% των ατόμων που προσβάλλεται από τη νόσο εμφανίζουν βραδεία εξέλιξη της νόσου, 10% εμφανίζει ταχεία εξελικτική πορεία του AIDS.

Όπως σε κάθε νόσο αλλά ειδικά στο AIDS, μεγάλη σημασία έχει η έγκαιρη διάγνωση.

Δεν μιλάμε βέβαια για εφαρμογή προφυλακτικών “κατά κυριολεξία” μέτρων, έχοντας σαν γνώμονα το αξίωμα της Ιατρικής ότι : Η ΠΡΟΛΗΨΗ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΜΕ ΑΜΕΣΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ (RAPIDTESTS) ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ HIV ΛΟΙΜΩΞΗ.

Ο εργαστηριακός έλεγχος της HIV λοίμωξης πραγματοποιείται για περισσότερο από 20 έτη και συνεχίζει να προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στη διάγνωση της νόσου, στην επιδημιολογική επιτήρηση, στην παρακολούθηση της πορείας του HIV λοίμωξης, στην αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της αντιρετροϊκής θεραπείας και στην προστασία των μονάδων αίματος.

Η σύγχρονη εργαστηριακή διερεύνηση περιλαμβάνει τεχνικές ανίχνευσης αντισωμάτων και αντιγόνων, μεθόδους μέτρησης των CD4 Τ-λεμφοκυττάρων και μοριακούς ελέγχους για την ανεύρεση και τον ποσοτικό προσδιορισμό του ιικού γενετικού υλικού, των τύπων και υποτύπων του HIV και της αντοχής του ιού στα αντιρετροϊκά φάρμακα (Constantine, 2005).

Η βασική εργαστηριακή διάγνωση επιτελείται με την ανίχνευση αντισωμάτων στον ορό ή στο πλάσμα. Η διαγνωστική μέθοδος εκλογής είναι η ανοσοενζυμική, η εφαρμογή της οποίας ξεκίνησε το 1985 (Branson, 2007).

Επιλέχθηκε διότι είχε χρησιμοποιηθεί με επιτυχία στην ανίχνευση άλλων λοιμωδών παραγόντων, παρουσίαζε σχετική ευκολία η εφαρμογή της, διέθετε υψηλή ευαισθησία και υπήρχε δυνατότητα ελέγχου μεγάλου όγκου δειγμάτων σε κεντρικά εργαστήρια με κατάλληλο εξοπλισμό, εξυπηρετώντας με τον τρόπο αυτό την ανάγκη ελέγχου και προστασίας των μονάδων αίματος (Branson 2003, Constantine 2005). Η τεχνολογία των ανοσοενζυμικών μεθόδων εξελίχθηκε με την πάροδο του χρόνου (τέσσερις γενεές) και βελτιώθηκε η ευαισθησία, τα αποτελέσματα γίνονται πιο γρήγορα και απλοποιήθηκε ο τρόπος διεξαγωγής της εξέτασης (Branson 2007).

Εκτός από την κλασική μέθοδο ανίχνευσης αντισωμάτων, έχουν αναπτυχθεί τεχνικές όπου το αρχικό αποτέλεσμα δίνεται μέσα σε ένα εξαιρετικά μικρό χρονικό διάστημα (rapid test) ή χρησιμοποιούνται αναλλακτικά βιολογικά υγρά όπου δεν απαιτείται φλεβοκέντηση, όπως το διίδρωμα στοματικού βλεννογόνου (CDC 2001, Constantine 2005).

Οι γρήγοροι εργαστηριακοί έλεγχοι ανήκουν στην κατηγορία των ανοσοενζυμικών τεχνικών, το αποτέλεσμα δίνεται εντός 30 λεπτών, είναι απλές, δεν απαιτείται υψηλή τεχνογνωσία για την πραγματοποίησή τους και χαρακτηρίζονται από εξαιρετικά υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα, εφάμιλλη των κλασικών μεθόδων (Constantine 2005, Branson 2007).

Η Western Blot χρησιμοποιείται για την επιβεβαίωση ενός αντιδρώντος γρήγορου τεστ (Branson 2007).

Συνολικά, έξι δοκιμασίες αμέσου αποτελέσματος έχουν λάβει έγκριση στις ΗΠΑ (Branson 2007). Οι γρήγοροι έλεγχοι προσφέρονται για την άμεση εξέταση ασθενών μετά από ατύχημα επαγγελματιών υγείας, με σκοπό την έγκαιρη χορήγηση προφυλακτικής θεραπείας στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό εάν χρειάζεται (Constantine 2005, Branson 2007). Είναι χρήσιμοι για την γρήγορη εξέταση κατά τον τοκετό εγκύων γυναικών που δεν γνωρίζουν εάν έχουν μολυνθεί ή όχι από τον ιό, ώστε να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα μείωσης του κινδύνου κάθετης μετάδοσης του HIV (Bulterys 2004). Συντελούν στην αύξηση του αριθμού των ατόμων που παραλαμβάνουν τα αποτελέσματα της εργαστηριακής εξέτασης και ευεργετούνται από την έγκαιρη έναρξη θεραπείας, εάν αυτή απαιτείται (Constantine 2005, CDC 2006, Branson 2007). Παράλληλα, διευκολύνουν το κλινικό έργο σε χώρους με υψηλό φόρτο εργασίας, όπως τα τμήματα επειγόντων περιστατικών (Lyss 2007).

Το διίδρωμα στοματικού βλεννογόνου αποτελεί εναλλακτικό βιολογικό δείγμα για τον έλεγχο της HIV λοίμωξης. Το προαναφερόμενο δείγμα από τη στοματική κοιλότητα περιέχει IgG αντισώματα σε συγκεντρώσεις αντίστοιχες με τον ορό, σε αντιδιαστολή με το ολικό σάλιο το οποίο περιέχει κυρίως IgA από τους σιελογόνους αδένες και η περιεκτικότητα σε IgG ισοδυναμεί με το 1% της ποσότητας στον ορό (Soto-Ramirez 1992, Kaufman 2002, Constantine 2005).

Η χρήση εναλλακτικών βιολογικών υγρών προσφέρεται για πληθυσμούς που αρνούνται την αιμοληψία (για θρησκευτικούς λόγους) ή σε ομάδες ατόμων όπου η φλεβοκέντηση είναι δύσκολη, όπως οι χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών ουσιών ή τα παχύσαρκα άτομα (Constantine 2005).

Η ταυτόχρονη διενέργεια εξετάσεων εναλλακτικών δειγμάτων με γρήγορο αποτέλεσμα μεγιστοποιεί την πιθανότητα αποδοχής της HIV εξέτασης, αυξάνοντας το ποσοστό των ατόμων που γνωρίζουν εάν έχουν μολυνθεί από τον ιό (Peralta 2001, Constantine 2005).

Λαμβάνοντας υπόψη την υπάρχουσα γνώση, θεωρούμε ότι οι γρήγοροι εργαστηριακοί έλεγχοι της HIV λοίμωξης (rapid test) και η λήψη εναλλακτικών βιολογικών δειγμάτων θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ευρύτατα στην κλινική και εργαστηριακή πράξη.

Επισημαίνεται ότι οι πρόσφατες κατευθυντήριες οδηγίες της European AIDS Clinical Society προτείνουν τη χρήση των γρήγορών ελέγχων στην διαχείριση περιστατικών επαγγελματικής έκθεσης στον HIV (EACS 2008).

Για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε στο Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ), τηλ. 210-88.99.263, 82.100.20.

ΕΠΟΠΤΕΙA ΤΟΥ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΥ-ΑΤΟΜΟΥ ΜΕ ΠΙΘΑΝΗ ΜΟΛΥΝΣΗ ΜΕ HIV

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΟ ΕΛΕΓΧΟΣ

ΠΡΩΤΗ ΕΠΙΣΚΕΨΗ

2η ΕΒΔΟΜΑΔΑ

4η-6η ΕΒΔΟΜΑΔΑ

3ος και 6ος ΜΗΝΑΣ

HIV αντισώματα

ΝΑΙ

 

ΝΑΙ

ΝΑΙ

Γενική αίματος

ΝΑΙ

ΝΑΙ

ΝΑΙ

 

Κρεατινίνη, Τρανσαμινάσες, γλυκόζη, αμυλάση

ΝΑΙ

ΝΑΙ

ΝΑΙ

 

Test κύησης

ΝΑΙ

     

Συμβουλευτική συμπλήρωση φόρμας, αξιολόγηση συμμόρφωσης, ανεπιθύμητων ενεργειών αντιρετροϊκής αγωγής

ΝΑΙ

ΝΑΙ

ΝΑΙ

ΝΑΙ

ΕΠΑΦΕΣ – ΤΡΟΠΟΙ ΕΚΘΕΣΗΣ ΣΤΟΝ HIV ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΝΔΕΙΚΝΥΤΑΙ Η ΛΗΨΗ ΠΡΟΦΥΛΑΚΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

  • Φιλί.

  • Επαφή στόμα με στόμα χωρίς να υπάρχει τραύμα ή βλάβη του βλεννογόνου του στόματος.

  • Δάγκωμα από άνθρωπο ύποπτο για HIV, χωρίς να προκληθεί αιμορραγία.

  • Χωρίς αίμα στοματο-πρωκτική επαφή.

  • Χωρίς αίμα στοματο-κολπική επαφή.

  • Στοματική σεξουαλικη επαφή χωρίς εκσπερμάτηση.

ΕΠΑΦΕΣ – ΤΡΟΠΟΙ ΕΚΘΕΣΗΣ ΠΟΥ ΕΝΔΕΙΚΝΥΤΑΙ Η ΛΗΨΗ ΠΡΟΦΥΛΑΚΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

  • Κολπική, πρωκτική επαφή χωρίς προφύλαξη, ρήξη προφυλακτικού με άτομο που είναι οροθετικό ή ύποπτο για HIV λοίμωξη.

  • Στοματική σεξουαλική επαφή χωρίς προφύλαξη που συνοδεύεται από εκσπερμάτηση με άτομο οροθετικό ή ύποπτο για HIV λοίμωξη.

  • Στοματο-πρωκτική επαφή με πρόσμιξη αίματος.

  • Στοματο-κολπική επαφή με πρόσμιξη αίματος.

  • Τρυπήματα, κοψίματα από χρησιμοποιημένα αντικείμενα οροθετικών ατόμων ή ύποπτων για HIV λοίμωξη (π.χ. χρήση ξυραφάκια ξυρίσματος).

  • Αιματηρά ατυχήματα που εμπλέκονται άτομα οροθετικά ή ύποπτα για HIV λοίμωξη.

  • Πιτσίλισμα σπέρματος, κολπικών υγρών στα μάτια από άτομα οροθετικά ή ύποπτα για HIV.

Η εκτίμηση κινδύνου λοίμωξης από HIV που είναι σημαντική για την λήψη απόφασης της χορήγησης προφυλακτικής αγωγής εξαρτάται : 1) από τα χαρακτηριστικά του τύπου της σεξουαλικής επαφής με τον σεξουαλικό σύντροφο, 2) κατάσταση του ατόμου (γνωστό οροθετικό-ύποπτο για HIV/AIDS άτομο).

Τα υγρά που θεωρούνται δυνητικές πηγές μετάδοσης, είναι :

  1. ΣΠΕΡΜΑ

  2. ΚΟΛΠΙΚΕΣ ΕΚΚΡΙΣΕΙΣ

  3. ΕΓΚΕΦΑΛΟΝΩΤΙΑΙΟ ΥΓΡΟ

  4. ΑΡΘΡΙΚΟ ΥΓΡΟ

  5. ΠΛΕΥΡΙΤΙΚΟ ΥΓΡΟ

  6. ΠΕΡΙΤΟΝΑΪΚΟ ΥΓΡΟ

  7. ΠΕΡΙΚΑΡΔΙΑΚΟ ΥΓΡΟ

  8. ΑΜΝΙΑΚΟ ΥΓΡΟ

  9. ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΓΑΛΑ

ΜΗ ΜΟΛΥΣΜΕΝΑ ΥΓΡΑ, είναι :

  1. ΣΑΛΙΟ

  2. ΟΥΡΑ

  3. ΠΕΡΙΤΤΩΜΑΤΑ

  4. ΔΑΚΡΥΑ

  5. ΙΔΡΩΤΑΣ

  6. ΕΜΕΤΟΣ

  7. ΡΙΝΙΚΕΣ ΕΚΚΡΙΣΕΙΣ

  8. ΠΤΥΕΛΑ

Βέβαια παρατεταμένη έκθεση στα παραπάνω υγρά αυξάνει τον κίνδυνο μόλυνσης.

Επίσης ρόλο παίζει και η συγκέντρωση του HIV στην πηγή μόλυνσης.

Dr. ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΛΙΑΚΜΑΝΗΣ

e-genius.gr ...intelligent web software